Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010

Οικονομικές Μονοκαλλιέργειες


Χωρική ανισομέρεια οικονομικών δραστηριοτήτων και  μονοκαλλιέργειες


Από την μελέτη της οικολογίας μαθαίνουμε πως η σταθερότητα ενός οικοσυστήματος εξαρτάται από την ποικιλία των ειδών. Οικοσυστήματα όπως η τούνδρα στις πολικές ζώνες που έχουν λίγα είδη παρουσιάζουν τεράστιες μεταβολές από χρονιά σε χρονιά, εκρήξεις πληθυσμών ή απότομες μειώσεις. Αντίθετα, όσο πλησιάζουμε τα τροπικά και οι ποικιλία είναι μεγαλύτερη, η σταθερότητα αυξάνεται, βλέπουμε λιγότερες αυξομειώσεις.
Κάτω από την ματιά της πολιτικής οικολογίας ( που είναι τόσο η πολιτική της οικολογίας αλλά και η οικολογία της πολιτικής) η οικονομία, δεν είναι πολύ διαφορετική από ένα οικοσύστημα, ανθρωπογενές μεν, που όμως ρυθμίζει την σταθερότητα των κοινωνιών, αν πλουτίζουν, αν φτωχαίνουν, ποιοι πλουτίζουν, ποιοι φτωχαίνουν, ποιοι έχουν τροφή και ποιοι όχι, πότε και γιατί. 
Είναι εύλογο λοιπόν, πως σε όσο περισσότερους παράγοντες στηρίζεται η οικονομία, τόσο πιο σταθερή είναι. Οι διάφορες-- συχνά αστάθμητες-- εξωτερικές και εσωτερικές συνθήκες εύκολα θα επηρεάσουν τους καθοριστικούς παράγοντες ενός είδους οικονομίας εφόσον αυτοί είναι λίγοι και θα την αποσταθεροποιήσουν ή θα την υποβαθμίσουν, έστω κι αν έχει υπάρξει μια περίοδος ακμής, που έμοιασε να διαρκεί αιώνια. Αν η οικονομία είναι πολλαπλή, ποικιλόμορφη, μπορεί μεν να υπάρχουν αστάθειες ξεχωριστά σε κάθε μορφή ή πτυχή της, αλλά είναι πιθανότερο αυτές να μην συντονίζονται χρονικά ώστε να καταρρεύσει εύκολα το σύνολο αφού πάντα κάτι θα παραμένει όρθιο να στηρίζει τα άλλα.  
Χαρακτηριστικό στην Ελλάδα είναι το παράδειγμα την Καστοριάς, που βάσισε όλη της την οικονομική δραστηριότητα σχεδόν εξ ολοκλήρου σε έναν παράγοντα, τη γούνα. Σήμερα, μετά το πέρας της μακρόχρονης χρυσής εποχής λόγω της οικονομικής κρίσης αλλά και του ανταγωνισμού της Κίνας, η γούνα μπορεί να θρέψει μόνον έναν στους 10 από όσους έθρεφε παλαιότερα. Το αρνητικό αποτέλεσμα δεν είναι μόνο στα μεγάλα ποσοστά της ανεργίας αλλά και στο γεγονός πως ο νομός δεν έψαξε να αναπτύξει ταυτόχρονα άλλες μορφές οικονομίας, δεν απέκτησε ούτε τις υποδομές ούτε και την τεχνογνωσία, παραμέλησε παντελώς την παιδεία, που είναι βασικό συστατικό της οικονομικής ανάπτυξης και βρίσκεται σήμερα σε ένα αδιέξοδο σχετικά με την κατεύθυνση που πρέπει να πάρει να ανορθώσει τα πράγματα και να μειώσει την ανεργία.    
Παρόμοια φαινόμενα έχουν συμβεί σε περιοχές που βάσισαν την οικονομία τους σε μία μόνον καλλιέργεια όπως τα καπνά, το μπαμπάκι και άλλα. Για κάποια χρόνια, μεγάλος αριθμός ανθρώπων συμπεριφέρεται συλλογικά σαν τους χρυσοθήρες: βλέπουν πως κάποιος κερδίζει από μια δραστηριότητα και τον μιμούνται όλοι, πολλαπλασιάζονται οι εξαρτώμενοι από την ίδια αγορά παράγοντας το ίδιο προϊόν και στο τέλος καταλήγει σε μια χωρική μονοκαλλιέργεια. 
Αυτή μπορεί να είναι ο τουρισμός, κάποια βιομηχανία ή βιοτεχνία, συχνά μπορεί να είναι και κλειστό επάγγελμα, όπως ήταν αυτό της γούνας. Ας μην ξεχνάμε πως ολόκληρες πολιτείες των ΗΠΑ που βάσισαν τον πλούτο τους σχεδόν αποκλειστικά στην αυτοκινητοβιομηχανία κόντεψαν να καταρρεύσουν ως το σημείο οι διευθύνοντες σύμβουλοι των εταιρειών να αναγκασθούν να ζητήσουν κρατική σωτηρία για να προλάβουν έστω και μερικώς την πλήρη κατάρρευση, την σχεδόν ολική ανεργία που θα προέκυπτε.  
Αυτό δεν είναι βέβαια ένα σύγχρονο φαινόμενο, στην ιστορία είναι πολλά τα παραδείγματα κοινωνιών που κατέρρευσαν γιατί βασίστηκαν σε ελάχιστους παράγοντες είτε εμπορίου είτε καλλιέργειας. Είτε η υποβάθμιση του περιβάλλοντος έφερε το τέλος της δραστηριότητας είτε άλλαξαν οι συνθήκες της αγοράς και μειώθηκε η ζήτηση το αποτέλεσμα ήταν σκληρό: κατάρρευση.   
Για την οικολογική οπτική γωνία που ταυτίζεται με αυτήν την βιωσιμότητας, παρότι πολλές περιοχές μπορεί να είναι πιο κατάλληλες από άλλες για την ανάπτυξη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων και αυτό, ως ένα βαθμό είναι θεμιτό και φυσικό, κάθε οικονομική μονοκαλλιέργεια έχει μια αναπόφευκτη ημερομηνία λήξης. Αποτελεί μια εύκολη παγίδα μέσα στην οποία μια κοινωνία αν πέσει, δύσκολα θα βγει. 
Η ελληνική οικονομία στο σύνολό της βάσισε την ευρωστία της επι μακρόν σε ελάχιστους μεγάλους παράγοντες: τον τουρισμό και την οικοδομή. Οι δύο αυτές μορφές οικονομίας, εκτός από το γεγονός πως στο βάθος ποικιλοτρόπως ανταγωνίζονται η μια την άλλη, κατέληξαν με τον χρόνο να προσφέρουν περισσότερο από την ζήτηση. Η διεθνής κρίση κυρίως είχε ως αποτέλεσμα σήμερα η χώρα μας να καταλήγει σαν ένας μεγάλος νομός Καστοριάς σε αδιέξοδο ως προς το πού πρέπει να στραφεί να ανορθώσει τα πράγματα, να μειώσει την ανεργία. Η αγροτική οικονομία για παράδειγμα έχει πλήρως παραμεληθεί. Το ίδιο και η τεχνολογία ή άλλες μορφές παραγωγής. 
Όσο και αν συζητήσει κι επιχειρηματολογήσει κανείς πως μπορεί να έγιναν συγκεκριμένα λάθη αναπτυξιακά στους δύο αυτούς τομείς και θα μπορούσε να ήταν καλύτερα τα πράγματα, πιστεύουμε πως αν οι δύο μορφές αυτές οικονομικής ανάπτυξης είχαν παραμείνει σε μικρότερη κλίμακα αλλά παράλληλα είχαν αναπτυχθεί και άλλοι παράγοντες, σήμερα, η πραγματική οικονομία της χώρας μας δεν θα ήταν σε τέτοιο κίνδυνο, ούτε και η ανεργία θα ήταν τόσο μεγάλη. Θα μπορούσαν, οι πολλαπλοί παράγοντες να μεγεθύνονται ή να μικραίνουν αναλόγως, αλλά ποτέ να μην κινδυνεύουν με αφανισμό. Εργαζόμενοι θα μπορούσαν να μετακινούνται ή τα έσοδα θα επαρκούσαν για την κοινωνική ασφάλιση και τα επιδόματα των ανέργων που προκύπτουν.

Τεράστια σημασία έχει όχι μόνο οι οικονομικές δραστηριότητες να είναι ποικίλες σε μια περιοχή, νομό, χώρα αλλά και να μην ανταγωνίζονται η μια την άλλη: θα πρέπει να αλληλοσυμπληρώνονται ώστε να μπορούν σε περιόδους κρίσεων να στηρίξουν η μια την άλλη. Παράδειμα η τουριστική ανάπτυξη θα έπρεπε να συνδέεται με την τοπική αγροτική οικονομία και να την ενισχύει αντί να την ανταγωνίζεται με εισαγωγές.    

Παίρνοντας το παράδειγμα του τουρισμού και της οικοδομής είναι εύλογο πως η ανοικοδόμηση εξοχικών, μειώνει τη ζήτηση για ξενοδοχεία, ενώ παράλληλα καταστρέφοντας το τοπίο μειώνει σε πολλές περιπτώσεις την ελκυστικότητα του τουριστικού προϊόντος. Παράλληλα κάπου η ζήτηση τελειώνει.  Ας μην ξεχνάμε πως η φούσκα της πρόσφατης κρίσης  ξεκίνησε από την οικοδομή.
Συμπεραίνουμε λοιπόν, πως η ποικιλότητα της οικονομίας θα πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο παράγοντα μέτρησης της βιωσιμότητας εξετάζοντας την κάθε περιοχή σε όποια κλίμακα θέλουμε. Προτιμούμε περισσότερες δραστηριότητες σε μικρότερες κλίμακες παρά υπέρ-μεγεθύνσεις ορισμένων παραγόντων. Ταυτόχρονα, οι παράγοντας ποιότητα (όποια οικονομική δραστηριότητα αφορά) δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να παραμελείται η να περνάει σε δεύτερη μοίρα. 

Τέλος, έχει εξαιρετική σημασία να εξετάζονται λεπτομερώς οι αλληλεπιδράσεις μιας δραστηριότητας πάνω στην άλλη, κάτι που συνήθως αγνοείται ως παράγοντας μέτρησης της βιωσιμότητας.  Αν βλέπουμε τις μορφές της οικονομικής δραστηριότητας ως ξεκομμένες από το σύνολο, είναι πολύ πιθανό να πέσουμε έξω στους υπολογισμούς και η δραστηριότητά μας να έχει ημερομηνία λήξης που δεν αναγράφεται δυστυχώς στη συσκευασία, ώστε να την γνωρίζουμε από πριν. 

5 σχόλια:

Yannis Zabetakis είπε...

στην Ελλάδα έχουμε βασικά παραγωγή

1. τροφίμων

2. τουρισμού

3. ανέργων πτυχιούχων

και βερμπαλιστών πολιτικών!

http://environmentfood.blogspot.com/2010/02/well-done-theodore-pangale.html

Philip Dragoumis είπε...

Γιάννη, τροφίμων με την έννοια της γεωργικής παραγωγής και μεταποίησης ή τροφίμων σε διάφορα φρενοκομεία; (!)
Η σοβαρή ερώτηση είναι πως η αγροτική μας παραγωγή δεν είναι ανταγωνιστική ώστε να συμβάλλει στην οικονομία μας λόγω λανθασμένων πολιτικών.

Yannis Zabetakis είπε...

ναι Φίλιππε συμφωνώ!

και εμείς τι έχουμε να προτείνουμε ως ΟΠ εκτός από μονοτονίες περί βιολ. γεωργίας?

αρκεί αυτό?

Yannis Zabetakis είπε...

ζήτω τα φρενοκομεία!

αφού το έχει πει ο εθνάρχης [μην ...χε...] εδώ και πολλάάάά΄χρόνια

Philip Dragoumis είπε...

Δεν αρκούν πλέον οι μονότονες γενικόλογες επαναλήψεις τετριμμένων θέσεων.
Χρειάζεται ρεαλισμός με λεπτομέρείς και πειστικές προτάσεις σε βάθος.
Το ρητό του εθνάρχη επαληθεύεται διαρκώς...κάθε μέρα.