Πέμπτη 28 Απριλίου 2011

Ας φορέσουμε επιτέλους σωσίβιο.

Share |
Πριν από μερικές μέρες ο Στέφανος Μάνος, στο συνέδριο της ΔΗΑΡ,
παρομοίασε την κατάσταση της Ελληνικής οικονομίας με το επικείμενο
melt-down στον αντιδραστήρα της Φουκοσίμα. Αυτή η παρομοίωση, πέρα από
το ότι είναι πιο επίκαιρη, δεν διαφέρει και πολύ από παλαιότερες
δηλώσεις περί Τιτανικού, του πρωθυπουργού. Κάθε μέρα κάποιος μας
προειδοποιεί ότι βουλιάζουμε. Η Ντόρα Μπακογιάννη μάλιστα μας έδωσε
τρεις μήνες ζωή, αν δεν στρωθούμε όλοι κάτω με εθνική συνεννόηση να
κάνουμε όμως τι; δεν ξέρω. Ασχέτως όμως του πόσο πιθανό είναι να
συμβεί, τι πιστεύει ο καθένας μας για το πως θα ξεπεράσουμε την κρίση
και τί προσδοκά για το πως θα είμαστε μετά, δεν σκεφτόμαστε επιτέλους
τί σωσίβιο θα φορέσουμε; Αχρείαστο, αλλά να μην τόχουμε;

Χειρότερες καταστάσεις πέρασε η Αργεντινή το 2002 και κατά γενική
ομολογία βρίσκεται σήμερα σε καλύτερη κατάσταση απ ότι τότε. Εκεί,
πολλές ομάδες πολιτών αυτοοργανώθηκαν βλέποντας πως δεν μπορούσαν να
επιζήσουν μέσα στην οικονομία της αγοράς που άλλωστε είχε καταρρεύσει.
Οργάνωσαν μόνοι τους  κοινωνικές υπηρεσίες και δίκτυα παραγωγής
τροφίμων έξω από τα καθιερωμένα πλαίσια, με ανταλλαγές υπηρεσιών και
αγαθών. Άλλοι, εργαζόμενοι, αποφάσισαν να ξανανοίξουν επιχειρήσεις που
είχαν κλείσει από μόνοι τους, χωρίς τους ιδιοκτήτες και το κεφάλαιο,
σαν αυτοδιαχειριζόμενους  συνεταιρισμούς. Το 2007 περίπου 10.000
άνθρωποι απασχολούνταν σε διάφορες αυτοδιαχειριζόμενες επιχειρήσεις
και αποτέλεσαν μια σημαντική πηγή απασχόλησης και οικονομικής
ανάπτυξης.

Όλα αυτά δεν είναι κάτι καινούργιο: η χρεοκοπία και στην Ελλάδα που
την έχει ξαναγνωρίσει δεν σήμαινε υποχρεωτικά κοινωνική κρίση, ιδίως
στα χωριά, εφόσον ένα μεγάλο μέρος της οικονομίας ήταν ανταλλακτικό
χάρις σε ένα κοινωνικό αντανακλαστικό αλληλεγγύης, πέρα από τον
ανταγωνισμό. Σήμερα πρέπει να το ξαναβρούμε. Χρειάζεται πάντα κάτι σαν
"ρεζέρβα" δραστηριοτήτων εκτός αγοράς, εκτός του παγκοσμιοποιημένου
εμπορίου, ιδίως σε εποχές όπως η δική μας. Είναι αυτό ακριβώς που
χάσαμε: να δημιουργούμε μόνοι μας όσα μπορούμε από αυτά που
χρειαζόμαστε και να τα ανταλλάσσουμε. Μια μορφή τοπικής οικονομίας που
μένει έξω από το χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Ήδη γνωρίζω καθημερινά πολλές ομάδες πολιτών στην Αθήνα που
δημιουργούν κοινωνικές υπηρεσίες. Η τάση αυτή αυξάνεται. Από κέντρα
εργασίας για ΑΜΕΑ μέχρι ομάδες που προσπαθούν να οργανώσουν εθελοντικά
κέντρα απασχόλησης για παιδιά ανέργων και κοινωνικά παντοπωλεία. Έχω
ακούσει για προσπάθειες δημιουργίας δικτύων ανταλλαγών.

Τι οφείλει συνεπώς η πολιτεία να προσφέρει, αφού δεν μπορεί να
εγγυηθεί τις δομές, την χρηματοδότηση και την επάρκεια των κοινωνικών
της υπηρεσιών; Οφείλει να βοηθήσει αυτά τα δίκτυα και τους ενεργούς
πολίτες, προσφέροντας όχι χρήματα που δεν υπάρχουν αλλά χώρους, δομές,
βοήθεια και κάθε είδους στήριξη ώστε να αναπτυχθούν. Το σημείο που οι
πολίτες αυτοοργανώνονται, μέσω πρωτοβουλιών, συλλόγων, συνεταιρισμών,
άτυπων δικτύων και εθελοντικών ομάδων είναι ακριβώς εκείνο που θα
πρέπει να ενισχύσει, αφού ο παραδοσιακός τρόπος διακυβέρνησης και
προσφοράς κρατικών υπηρεσιών έχει γίνει ακατόρθωτος στο απισχνασμένο
μας κράτος.

Πρέπει όμως να εμπιστευτεί πρώτη τους πολίτες και να συνεργαστεί μαζί
τους ώστε εκείνοι να μπορέσουν να προσφέρουν ένα σωσίβιο για όσο
γίνεται περισσότερους, πρέπει να βοηθήσει τις ομάδες που βοηθούν τους
άλλους. Ίσως μάλιστα, δείχνοντας εμπιστοσύνη στις ιδέες τους, να
εμπιστευτούν οι πολίτες πάλι την πολιτική, να πάψουν τα γιαούρτια.

Αυτή η εναλλακτική οικονομία, όπως απεδείχθη στην Αργεντινή, θα
αποτελέσει και τον σπόρο της νέας ανάκαμψης, μέσα σε ένα άλλο όμως
μοντέλο, αφού αυτό που ζούμε τα τελευταία 30 χρόνια, προφανώς απέτυχε.
Ζούμε τις τελευταίες στιγμές της πολιτικής που εκτός από την ύφεση και
την ανεργία, μας έφερε και την αδιαμφισβήτητη αύξηση των οικολογικών
καταστροφών τα τελευταία χρόνια.